Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Look away Lucifer

Νομίζω ότι δεν φοράω ποτέ ρολόι για να μην βλέπω την ώρα και αγχώνομαι να προλάβω αυτά που πρέπει να προλάβω. Μου φαίνεται ότι το ρολόι κλέβει τον χρόνο μέσα από τα χέρια μου. Παίρνει τις ώρες, τα λεπτά και τα δευτερόλεπτά μου.

Προχτές ήταν αργία και είχα την φαεινή ιδέα να στριμώξω μες στη μέρα όσα είχα αμελήσει τόσο καιρό. Έκανα φασίνα, πήγα σε αναπληρώσεις μαθημάτων και μετά μάζεψα τα κομμάτια μου και ξεκίνησα προς το κέντρο της πόλης.

Στις 7.30 έφτασα στην Στέλλα, απλώθηκα στον καναπέ της και της είπα ότι δεν θα κάτσω για πολύ, για κανένα μισάωρο μόνο.

Στις 8.30 έφυγα βιαστικά γιατί είχα αργήσει για τον επόμενο καφέ και στις 9 καθόμουν αναπαυτικά στην καρέκλα της καφετέριας. Επιτέλους θα ξεκουραζόμουν από το τρέξιμο της ημέρας.

10 η ώρα σκέφτηκα, γιατί να μην πάω να βρω λίγο την Αναστασία και τον Δημήτρη που θα ήταν κάπου εκεί και θα τριγυρνούσαν, και είχα τόσο καιρό να τους δω; Και στις 10.45 βρεθήκαμε για βόλτα.

Περπατήσαμε λίγο πιο γρήγορα στον δρόμο για το Rover: Ήθελα να αγοράσω εισιτήρια για τη συναυλία των madrugada και αχ, ήλπιζα να μην είχαν εξαντληθεί. Άνοιξα βήμα και τους άφησα πίσω μου όμως, γιατί έπρεπε μετά απ' αυτό να προλάβω το τελευταίο λεωφορείο για Ρετζίκι.

Στις 12 παρά είχα επιτέλους τα εισιτήρια στο χέρι μου. Στάθηκα να τα καμαρώσω και να τα περιεργαστώ για μια στιγμή. Ήμουν λέει εγώ και η Άφρω εκεί μπροστά σε ένα ανηφορικό δρομάκι, φορτωμένες με τις σχολικές τσάντες και νυσταγμένες. Οι τσάντες ήταν ψιλοάδειες σαν τα μυαλά μας, τόσο πρωί ήταν. Ο ήλιος δίσταζε να βγει να πει μια καλημέρα. Και δώστου εμείς χασμουρητό. «Άφρω», της είπα ενώ κλωτσούσα ένα πετραδάκι μέχρι την είσοδο του σχολείου. «Χτες άκουσα για πρώτη φορά βραδινή ραδιοφωνική εκπομπή. Είναι τέλειο το ραδιόφωνο, δεν επιλέγεις εσύ τραγούδια. Είναι σαν ταξίδι προς το άγνωστο... δεν σε ρωτάει ποιον προορισμό επιθυμείς. Κι έβαλε τόσο ωραία τραγούδια, ξένα, που δεν είχα ακούσει ποτέ ως τώρα, κι ένα μιλούσε για μια κοπέλα με όμορφο όνομα και πήγαινε κάπως έτσι». «Ωχ» με κοίταξε, όπως με κοιτάει κάθε φορά που ξεκινάω μια τέτοια πρόταση. Έκανα δυο-τρεις κινήσεις στον αέρα παίζοντας μια φανταστική κιθάρα και τραγουδώντας, του-ρου-ρου... «Από σήμερα ξεκινάει μια νέα εποχή στη ζωή μου» είπα αποφασιστικά. «Θα σταματήσω να ακούω μόνο έντεχνα ελληνικά και θα ψάξω την ξένη μουσική. Κι ας μην καταλαβαίνω τους αγγλικούς στίχους, θα ακούω την μελωδία. Θα τελειώσουμε το Γυμνάσιο σε λίγο τελοσπάντων και πρέπει να έχουμε ψαχτεί λίγο στη ζωή μας». Είχαμε φτάσει στην τάξη μας και κάτσαμε στα θρανία. Η καθηγήτρια μπήκε χωρίς να καλημερίσει, έκλεισε απαλά την πόρτα, η Άφρω γύρισε μπροστά, εγώ γύρισα πίσω, έβγαλα το βιβλίο μου, και το μάθημα ξεκίνησε.

Καμάρωσα για άλλη μια φορά τα εισιτήρια. Τα σήκωσα για να τα δω καλύτερα κάτω από το φως της λάμπας. Ήταν 12.05, είχα χάσει το τελευταίο λεωφορείο για Ρετζίκι. Έτσι γύρισα πίσω να ξαναβρώ τους φίλους μου.

Νομίζω ότι αγοράζω εισιτήρια για συγκροτήματα που δεν ακούω πλέον γιατί λειτουργούν αντίθετα από το ρολόι μου. Μου δωρίζουν απλόχερα χρόνο. Τις ώρες, τα λεπτά και τα δευτερόλεπτά μου.






You don't know where you going
and you don't know where you've been
There's a billion lights shining
and you're somewhere in between

Look away look away
Look away Lucifer
Look away look away
Ooh Look away Lucifer now...




Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Με αγάπη, Covid-19

Μαζεύτε τα και σπιτάκια σας. Έπρεπε να το είχατε κάνει καιρό τώρα, αλλά η κατάσταση έφτασε στο απροχώρητο και ήρθα να σας θυμίσω κάτι. Το ότι έχετε ξεπεράσει κάθε όριο το ξέρετε. Το ότι καταστρέψατε το περιβάλλον, σκοτώσατε ολόκληρους λαούς, θεοποιήσατε το χρήμα. Αλλά πλέον κάνετε το χειρότερο από όλα, και το πιο ηλίθιο : Καταστρέφετε λίγο-λίγο τους εαυτούς σας. Με τα σόσιαλ μίντια και τα έτοιμα φαγητά, με τις βιαστικές συναντήσεις και τις ταχύτατες σπουδές, ξεχνάτε το πιο σημαντικό. Ξεχνάτε να βρείτε χρόνο για την οικογένεια σας, για τους φίλους, όχι αυτούς που σας έδεσε η ρουτίνα, τους άλλους, τους κοντινούς που είχατε για δεδομένους. Ξεχνάτε να διαβάσετε πολυσέλιδα βιβλία, να εμπνευστείτε, να παίξετε μουσική. Να βρείτε χρόνο να αναλογιστείτε πού πάτε, αν άξιζε το μονοπάτι που πήρατε, χρόνο για να δείτε την ζωή σας (αυτή την καθημερινή τρέλα) από έξω. Πέρασε καιρός τώρα που δεν βρήκατε ευκαιρία να κάνετε ένα δύσκολο φαγητό, να πάτε για τρέξιμο στο δάσος, να ...

Μετακίνηση 7

Ξυπνάς το πρωί, πίνεις ένα σύντομο καφέ. Ή μπορεί να είναι και μεγάλος μπροστά στο λάπτοπ, με ανεβοκατέβασμα αρχικής σελίδας. Και έπειτα πρωινό. Τώρα ήρθε η ώρα να δουλέψεις. Κλείνεις facebook, ανοίγεις zoom. Πόσες ώρες κοιμήθηκες χτες; Ούτε που θυμάσαι. Ούτε που θυμάσαι πότε σε πήρε ο ύπνος ο βαθύς. Πάντως πριν από αυτό στριφογυρνούσες νυσταλέα στον καναπέ, μπροστά απ’ το χριστουγεννιάτικο δέντρο που θυμίζει 2019. Όμως είναι 2020, και σκεφτόσουν, ναι τώρα θυμάμαι, τι διάολο θα κάνεις μόλις τελειώσει όλο αυτό. Βασικά δεν σκεφτόσουν, ονειρευόσουν. Του χρόνου, που όλα θα είναι κανονικά, θα πας σε ένα σπιτάκι που θα το γλύφει το Αιγαίο και θα μετράς τα μπάνια που έκανες στα δάχτυλα, όπως παλιά. Κι αν μείνεις στην πόλη, θα βγαίνεις τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα σε ταβέρνες, κι άλλες σε κουτούκια και σκοτεινά μπαρ, μέχρι τις δύο - κι ας είσαι μεγάλος για αυτά. Θα κάνεις νέα χόμπυ… Χόμπυ και φίλους που θα σε εμπνέουν και θα σου μαθαίνουν κάτι καινούριο για να γίνεσαι κι εσ...

Πού πάει όταν φεύγει ο έρωτας;

Πού πάει;; Πού πάει;; Τώρα… ρωτάς όντως; Γίνεται φυσαλίδες στην κρέμα του φρέντο καπουτσίνο που παρήγγειλες ένα απόγευμα στο αγαπημένο σου μαγαζί, στην ιδανική πόλη. Γίνεται σαπουνόφουσκες στα σκοινιά του περιπλανώμενου, και κάπου ανάμεσα στις ίριδες που πλευρίζει ο ήλιος, εκεί πάει και κουρνιάζει ο έρωτας γιατί δεν του αξίζει κάτι λιγότερο, κάτι πιο συνηθισμένο. Γίνεται… αναπάντητα ερωτήματα. Χάνεται ανάμεσα στους καπνούς των μπαρ που δε σύχναζες παλιότερα. Πηγαίνει και στρογγυλοκάθεται (ναι, στρογγυλοκάθεται) στο πίσω βαγόνι της β’ αμαξοστοιχίας κι αναρωτιέται αν άξιζε που έμεινε τόσο καιρό στον προηγούμενο σταθμό. Κρύβεται κάποιες φορές -γιατί φοβάται ότι θα εξαφανιστεί οριστικά-  σε όλες εκείνες τις αναμνήσεις που δεν γίνεται να είναι τόσο απλές κι εσύ να τις βλέπεις μαγικές. Κι όταν έρχεται η ώρα του να αποχωρήσει, γιατί πάντα αποχωρεί, σε κοιτάζει με βλέμμα λάγνο και σου κάνει το σινιάλο κινητού τηλεφώνου “ hey babe … call me back...

Αστεροποιώντας

Να την. Αυτή είναι η Ανλή. Ξυπνάει κάθε μέρα στις 7, καβγαδίζει με το ξυπνητήρι που δεν κλείνει, βάζει μισοκοιμισμένη τα καλά της ρούχα και πίνει ένα βιαστικό φρέντο εσπρέσο στο δρόμο για τη δουλειά. Στη διασταύρωση Εγνατία με Λαγκαδά,   η κίνηση μπλοκάρει, ο καφές τελειώνει και ανοίγει δυνατά το ραδιόφωνο μήπως την ξυπνήσει λίγο παραπάνω μέχρι να φτάσει στην υπηρεσία της. Πετυχαίνει το καινούριο τραγούδι του Ian Brown , του τραγουδιστή των Stone Roses . Η Ανλή είναι δημόσιος υπάλληλος και κάνει ό,τι κάνει κάθε δημόσιος υπάλληλος. Από τις 8 έως τις 4 καθημερινά, συνεργάζεται με ανθρώπους βαριεστημένους, ανέχεται ανυπόφορες καταστάσεις και εξυπηρετεί χιλιάδες δυσαρεστημένους πολίτες. Όταν το ρολόι δείξει 4, ξεπαρκάρει το αμάξι της και παίρνει το δρόμο του γυρισμού. Κλείνει στο πορτ-μπαγκάζ της όλες τις γκριμάτσες θυμού και όλα τα άδεια, νεκρά βλέμματα που συνάντησε μες στην μέρα της. Κάποιες φορές καθώς επιστρέφει από τη διασταύρωση Εγνατία με Λαγκαδά, όπου όλα...

Τα Αστερούσια βουνά των Ματάλων

  Τα βουνά που ενώνουν τις παραλίες της νότιας Κρήτης λέγονται Αστερούσια. Πήραν το όνομά τους από τον πρώτο βασιλιά της Κρήτης, τον Αστέριο, αν και οι ντόπιοι το συνδέουν λανθασμένα με τα εκατομμύρια αστέρια τους. Αυτό το καλοκαίρι πέρασα ένα μήνα να τα χαζεύω, αλλά αυτό το κείμενο δεν είναι ούτε για τα βουνά, ούτε για τα αστέρια. Μιλάει για τη ζώνη της ασφάλειάς μας, τους σύγχρονους χίππηδες και τις λέξεις που εξαφανίζονται όταν τις χρειάζεσαι πιο πολύ. Ή αλλιώς για τα τρία στάδια των μοναχικών ταξιδιών. Το κακό με τα καλύτερα ταξίδια είναι ότι δεν μπορείς να τα κάνεις με παρέα. Οι φίλοι σου ποτέ δε θα έχουν χρόνο. Ή λεφτά. Ή και τα δύο. Κι έτσι θα πρέπει να κάτσεις στα αυγά σου ή να τραβήξεις προς έναν καινούριο δρόμο, ακόμα κι αν τον φοβάσαι. Αυτό είναι το πρώτο βουνό που συναντάς- ο φόβος. Αν το ξεπεράσεις, μην ανησυχείς, ακολουθούν τόσα μεγαλύτερα που αυτό φαντάζει λοφάκι μπροστά τους. Καταρχάς ξεκινώντας να ζήσεις την ζωάρα που είχες σχεδιάσει, τα πλάνα σου ναυαγούν το ένα μ...

Τα σχεδόν κανονικά παιδιά

1-12-2008 Στην τάξη έχουμε θρανία φέτος όχι μαξιλάρια και σκαμπό όπως πέρυσι και πρέπει να καθόμαστε στα θρανία χωρίς να σηκωνόμαστε ούτε να ξύσουμε γιατί πετάμε τα ξυστράκια ο ένας στον άλλον και γίνεται οχλοβοή έτσι λέει η κυρία και καθόμαστε στα θρανία και γράφουμε ένα σωρό γράμματα και μέχρι τα Χριστούγεννα είπε η κυρία θα έχουμε κάνει και το β και το δ ακόμα και ένα ο που δεν είναι κανονικό ο, είναι το αδερφάκι του είναι, είναι το ο που μοιάζει με πωπός, ω.  Αλλά εγώ περιμένω πως και πως να μάθουμε το β που ξεκινάει το όνομά μου, Βαγγέλης, και το β θα το κάνω καλό γιατί η μαμά με πήρε ένα καλό μολύβι που η μύτη του δεν σπάει, κάνει μόνο καλά γράμματα και στρογγυλά. Κι εγώ ζωγράφισα μ' αυτό μία επίθεση και κανόνια και πλενομπίλ και λεωφορείο, μια μάχη σαν κι αυτή που παίζουμε κάποτε στα διαλείμματα με τους φίλους μου που μαζευόμαστε και παίρνουμε φόρα και δίνουμε φάπες ο ένας στον άλλον και πέφτουμε πάνω στην πλάτη μας, εκτός βέβαια από τον Ιάσονα που δεν πέφτει ...

Το ρητό του Λουντέμη και το ρίσκο της φιλίας

Η φιλία κρατάει μονάχα μια μέρα . Κάθε μέρα πρέπει να της αλλάζεις βρακί  είπε ο αγαπητός Μενέλαος Λουντέμης στοχαστικά και μετά συνέχισε να γράφει για αστέρια και λουλούδια... είπε, γιατί ήξερε! Όπως ήξεραν και τόσοι άλλοι άνθρωποι από την αρχαιότητα έως σήμερα που ωρύονταν ότι "η φιλία είναι μια ψυχή που κατοικεί σε δυο σώματα" και ότι "πρέπει να κάνουμε φίλους- όχι υλικά αγαθά" και ότι "το να περπατάς με έναν φίλο στο σκοτάδι είναι πολύ καλύτερο από το να περπατάς μόνος στο φως". Όλοι τα ξέρουν αυτά · άνθρωπος χωρίς φίλους δεν ξέρει πού πατά και πού πηγαίνει. Για αυτό και ο εσωστρεφής Καζαντζάκης είχε για φίλο του τον "λεύτερο" Ζορμπά, ο απροσάρμοστος  Sherlock Holmes  κόλλησε με τον φυσιολογικότατο  Dr . Watson και ο Μίκυ, ο κύριος Τέλειος, δεν αποχωριζόταν ποτέ τον Γκούφυ. Όλοι έχουμε φίλους που μπορεί φαινομενικά να μην ταιριάζουμε αλλά αυτό είναι το ωραίο της υπόθεσης και μπλα μπλα... Το ερώτημα όμως είναι: Μπή...

Σαν έρημα καράβια

Στην αρχή έρχεται το πρώτο έτσι είναι η ζωή , παιχνιδιάρικο και γλυκόπικρο, όπως οι μπουκίτσες λαχανικών που μας τάιζαν οι γονείς με αστείες, αεροπλανικές κινήσεις. Μετά, έτσι είναι τα πράγματα. Και «είναι οκ». Εκεί που ποτέ δεν τα άφηνες να πέσουν κάτω και τα διόρθωνες, τα πασπάτευες, τους άλλαζες τα φώτα, τώρα αποδέξου τα, αλλιώς πάρ’ τα ψυχολογικά σου και προχώρει. Και τέλος έτσι έχει η κατάσταση. Θέλεις, δε θέλεις . Καιρός να κάνεις μόδα την πραγματικότητα, όσο μπορείς κι όσο αντέχεις. Κι αν έπλεες πάντα με ούριο άνεμο, ή έκανες με πείσμα να φουσκώσει το πανί, κάποτε έρχονται στιγμές σαν έρημα καράβια/ και σαν ξωκλήσι στην κορφή/ σα γερακιού πορεία και σαν ξεκούρδιστη χορδή,  που  πονάνε πολύ . Και έχει άπνοια.   ~~~ Ωστόσο, κάποτε γνώρισα μια κοπέλα, μάλλον, δεν τη γνώρισα αλλά ένιωσα σαν να την ήξερα. Ο Παύλος τη γνώρισε και μας το είπε: Μια κοπέλα στη Νάξο ζούσε πέντε χρόνια μόνο καλοκαίρια. Μόνο. Περνούσε το καλοκαίρι της υπέροχα, κι όταν γινότανε ...

Μια κιθάρα στο διάστημα

Το μόνο πράγμα που θα άξιζε ποτέ να περιγράψω συναισθηματικά, λυρικά, μάλλον ποιητικά, με όλες του τις λεπτομέρειες και σε όλες του τις εκφάνσεις, γιατί μπορεί να ψηλαφηθεί, να αφουγκραστεί, να υμνηθεί, να γίνει πίνακας ζωγραφικής και τελικά να αγαπηθεί το μοναδικό αντικείμενο που θα έπαιρνα μαζί μου σε ένα ερημονήσι ή πριν την καταστροφή της γης γιατί μπορεί να χαϊδέψει τις αισθήσεις σου και να διώξει τη μοναξιά, να αναστενάξει, να θρηνήσει, να αποτυπώσει τις έγνοιες σου σε κάτι λείο που ύστερα θα θρυμματίσει και να κάνει τις σκέψεις σκόνη ώσπου να εξατμιστούν και που μπορεί, αν το ανεβοκατέβεις ή το γρατσουνίσεις ή το χτυπήσεις, να καθρεφτίσει την ενέργεια, την ένταση, τον θυμό, τη γλύκα, τα όνειρα σου, και ακουμπώντας ίσως στοργικά στον ώμο σου να σε συνοδέψει στο πιο μακρινό ταξίδι σαν φίλος που την κατάλληλη στιγμή θα ακουστεί σκληρός, ευθύς και μετά πάλι ευγενικός, κάπως τρυφερός το μοναδικό υλικό αγαθό που δένει τόσο αρμονικά με το ανθρώπινο κορμί και στηρίζεις ...

Ο Ζακ και η μαγική φασολιά

  Ο Ζακ ήθελε να βρει μαγικά φασόλια για να φυτέψει μια μαγική φασολιά και να ανέβει να ζήσει εκεί πάνω. Μακριά από όλους αυτούς που τον αδίκησαν. Μακριά από όσους τον κακοποίησαν, ξυλοκόπησαν, κορόιδεψαν, βίασαν, κατηγόρησαν, σκότωσαν, χειραγώγησαν, έπνιξαν. Όμως δε μπόρεσε να ξεφύγει από αυτό τον κόσμο και τα τέρατα του. Δεν φύτεψε τη μαγική φασολιά του κι ούτε θα φυτρώσει ποτέ από μόνη της, αυτό είναι σίγουρο. Γι’ αυτό και ο Ζακ δεν ψάχνει πια για μαγικά φασόλια. Εσύ όμως που έχεις μερικά, μην τα κρατάς για πάρτη σου. Άπλωσε το χέρι σου προς τη μεριά του. Πρόσφερε κάποια. Μπορεί να μην καταφέρει να μαζέψει όσα χρειάζονται… μπορεί ποτέ να μην είναι αρκετά. Μπορεί όμως και να είναι. Ποτέ δεν ξέρεις.